Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

ΦΡΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

Ø  Έχω φάει κόλλημα
Ø  Σκάλωσα → κόλλησε το μυαλό μου
Ø  O.M.G. → Oh my God!
Ø  Ο Χριστός (Θεός) κι η μάνα του → έλεος
Ø  Γαμάτο!!!
Ø  Φάση έχει
Ø  Ψόφα σκρόφα
Ø  Τα σπάει → είναι τέλειο
Ø  Θα καταρρεύσω → σε μεγάλη συγκίνηση
Ø  Είσαι γκάου → χαζό
Ø  Σου ‘χει στρίψει
Ø  Έχεις κάψει κύτταρα
Ø  Σου ‘χει λασκάρει
Ø  Έλιωσα στο FB
Ø  Τα ‘χω παίξει
Ø  Έφαγα άκυρο → άρνηση
Ø  Παίζει να γίνει
Ø  Παίζει κάτι?
Ø  Θες βίδωμα
Ø  Μου την βάρεσαι
Ø  Ψάρωσα
Ø  Μου την σπας
Ø  Φ.Ε.Τ.Α → Φανατική Εκπρόσωπος Της Ασχήμιας
Ø  Α.Ε.Κ → Αγελάδες Ελληνικής Καταγωγής
Ø  Τό ‘χω → το μπορώ, το γνωρίζω, μου φαίνεται καλή ιδέα
Ø  Οκέικ (ΟΚ)
Ø  Πάνε → φύγε
Ø  Σπάστηκα
Ø  Καίγομαι για σένα
Ø  Είναι τζαμάικα
Ø  Κούλαρε
Ø  Αυτά είναι! → τέλεια
Ø  Τα σπας κι εμείς μαζεύουμε → έντονη διασκέδαση, χορός
Ø  Σπας το κορμάκι σου, θα σου πάρουμ’  άλλο → έντονη διασκέδαση, χορός
Ø  Την κάνω
Ø  Τα ‘χω πάρει στο κρανίο
Ø  Kρανιώθηκα
Ø  Την λέω σε κάποιον → κάνω παρατήρηση
Ø  Γίνομαι ρόμπα
Ø  Γίνομαι μπίλιες
Ø  Δεν υπάρχει → απίστευτο, τρελό, καταπληκτικό
Ø  Τα σπάμε → είμαστε καταπληκτικοί
Ø  Δεν παίζεται → είναι φοβερό
Ø  Έφαγα χυλόπιτα → γύρω στα 1815 υπήρχε κάποιος κομπογιαννίτης, ο Παρθένης Νένιμος, ο οποίος ισχυριζόταν πως είχε βρει το φάρμακο για τους βαρύτατα ερωτευμένους. Επρόκειτο για ένα παρασκεύασμα από σιταρένιο χυλό ψημένο στο φούρνο. Όσοι λοιπόν αγαπούσαν χωρίς ανταπόκριση, θα έλυναν το πρόβλημά τους τρώγοντας αυτή τη θαυματουργή πίτα – και μάλιστα επί τρεις ημέρες, κάθε πρωί, τελείως νηστικοί
Ø  Μυρίζω τα νύχια μου → η φράση προέρχεται από την αρχαία τελετουργική συνήθεια, κατά την οποία οι ιέρειες των μαντείων βουτούσαν τα δάχτυλά τους σ’ ένα υγρό με βάση το δαφνέλαιο, τις αναθυμιάσεις του οποίου εισέπνεαν καθώς τα έφερναν κατόπιν κοντά στη μύτη τους και μ’ αυτό τον τρόπο έπεφταν σ’ ένα είδος καταληψίας κατά την οποία προμάντευαν τα μελλούμενα.
Ø  Κάνει την πάπια → στη βυζαντινή εποχή, αυτός που κρατούσε τα κλειδιά του παλατιού –ο κλειδάτορας- ονομαζόταν Παπίας. Με τον καιρό αυτό το όνομα έγινε τιμητικός τίτλος, που δίνονταν σε διάφορους έμπιστους αυλικούς. Κάποτε –όταν αυτοκράτορας ήταν ο Βασίλειος Β΄- Παπίας του παλατιού έγινε ο Ιωάννης Χανδρινός, άνθρωπος με σκληρά αισθήματα, ύπουλος και ψεύτης. Από τη στιγμή που ανέλαβε καθήκοντα, άρχισε να διαβάλει τους πάντες. Όταν κάποιος του παραπονιόταν πως τον αδίκησε έλεγε υποκριτικά «είσαι ο καλύτερός μου φίλος, πώς μπορούσα να πω εναντίον σου στον αυτοκράτορα;». Η διπροσωπία του αυτή έμεινα κλασική στο Βυζάντιο. Γι’ αυτό, από τότε, όταν κανείς πιανόταν να λέει κανένα ψέμα στη συντροφιά του ή να προσποιείται τον ανήξερο, οι φίλοι του έλεγαν ειρωνικά «ποιείς τον Παπία;». Φράση που έμεινε ως τα χρόνια μας με μια μικρή παραλλαγή.
Αθήνα, Ιανουάριος 2011
Μαθητές Γ΄ Γυμνασίου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου